Έγινε η απώλεια συνήθειά μας.
Μία τόσο συνηθισμένη λέξη. Βέβαια, όχι για όλους. Είσαι τα πάντα και ξαφνικά είσαι τίποτα. Είσαι αψεγάδιαστος, δεν έχεις γρατζουνιές και η ψυχή σου είναι ακέραιη. Χωρίς να κάνεις απολύτως τίποτα καταλήγεις η πιο τσαλακωμένη ζωγραφιά του εαυτού σου. Έρχεται η μοναξιά, το κομμάτι που είχες κι έχασες, τα πράγματα που δεν πρόλαβες να μοιραστείτε, τα πράγματα που δεν πρόλαβε να σου μάθει.
Αλλάζει πρόσωπα η θλίψη.
Ξεκινάτε παρέα με την φλόγωση στο στήθος που δεν σ'αφήνει μόνη. Είσαι στα χαμένα για καιρό και για πάντα. Τον βλέπεις στον ύπνο σου, στον ξύπνιο σου, δεν φεύγει από το μυαλό σου η σκέψη ''από εδώ και πέρα για πάντα''.
Όλα σε θυμίζουν.
Από ένα σκουπίδι μέχρι την δουλειά σου που δεν είχε ιδέα πως είναι, είναι εκεί παρόν, αλλά δεν είναι. Σε τσακίζει που δεν είναι. Ξανά και ξανά. Θυμάσαι τα πάντα και δεν φεύγουν με τίποτα από το μυαλό σου. Και αυτό, συμβαίνει για πάντα.
Δεν χωράς πουθενά.
Ότι σου άρεσε είναι εκεί. Ότι ήθελες το θέλεις πιο πολύ. Ότι κυνηγούσες, τα όνειρά σου, οι κοπέλες, η ηρεμία είναι όλα εκεί. Όμως, δε σε γεμίζει τίποτα. Έχεις αυτό το απέραντο κενό που δε γεμίζει με τίποτα και με την καμία.
you gotta take a chance to cross the river, do everything you can to stop the shiver
Έρχεσαι και φεύγεις συνέχεια. Δεν ξέρω τί να κάνω μαζί σου, βαρέθηκα. Κυρίως βαρέθηκα να μην ξέρω τί να κάνω μαζί σου. Κάτσε ήσυχα σε μια γωνιά, νισάφι.