Βγαίνω από το σκοτάδι επειδή νιώθω την καρδιά μου παγωμένη. Επιστρέφω για ένα χάδι και στην αφήνω λαβωμένη. Μύρισε τα γιασεμιά, που καλύπτουν το τετράγωνο και η οσμή τους σκεπάζει την μοναξιά. Είναι του έρωτα η μυρωδιά και της αγάπης, κάποτε, δύναμη μου έδινε να ανοίγω την καρδιά μου. Τώρα κοιτάζω την βροχή στο τζάμι μου που πέφτει και νιώθω τυχερή που νιώθω δυστυχισμένη. Κοιτάω διάφανη τις μυρωδιές να αλλάζουν όψη και να σπάνε το τζάμι όπως έρχονται μέσα στο δωμάτιο. Το περβάζι γεμάτο γυαλιά και φτιαγμένο από πέτρα γεμάτη ρωγμές. Μία βόλτα θα βγω να κάνω, να κάτσω στη θάλασσα, να ατενίσω με σιγουριά πως η δυστυχία που κοιτάζω αγγίζει όλη τη γη. Η βροχη, η θάλασσα και το δάκρυ, η καύλα, τα συναισθήματα της γης πάνω στο κορμί μου ταυτόχρονα, υποδηλώνουν πως πλέον δεν υπάρχει καμία ικανοποίηση. Ο πιο παθιασμένος έρωτας, φθινόπωρο με την μπαλκονόπορτα μισάνοιχτη και καταιγίδα, κάποιο είδος που έμοιαζε με ντορς στα ηχεία, και τα μαλλιά της τόσο μακριά να μπλέκονται με την γκαύλα της και να μυρίζουν γιασεμιά.
Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2021
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)